Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Μεγαλόχαρη Τήνου, ιστορία για "Αγ(ρ)ίους"

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΕΛΗΣ
 
«Ένα μύθο θα σας πω, που τον μάθαμε παιδιά.»
Ήταν μια φορά κι ένα καιρό ένα μεγάλο θαύμα.



Τήνος: Πως εξασφάλισε την πολεμική της ουδετερότητα.
Το νησί χαρακτηρίστηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας, στο συνέδριο της Βερόνα (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1822), «Τerra Favor Libertatis» (χώρος υπό την εύνοια τους). Αυτή την προνομιακή πρόταση, εισηγήθηκε ο Ελβετός
χρηματιστής Ζαν Γκαμπριέλ Εϋνάρντ, στους Γάλλους αντιπροσώπους στη Σύνοδο, Μονμορανσί και Σατωβριάνδο. («Επιστολές κι έγγραφα για τα γεγονότα της Ελλάδας» 1831, Ζαν Γκαμπριέλ Εϋνάρντ. Βιβλιοθήκη Γενεύης).
Η Ρωσία, προωθούσε την κατοχύρωση της πολιτικής της, ως «Μητέρα Πάντων των Ορθοδόξων» (συνέχεια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας). Με διπλωματικούς
ελιγμούς προσπάθησε να σπάσει το μονοπώλιο των Γάλλων κι Αυστριακών, που
ήθελαν να είναι αποκλειστικοί προστάτες των καθολικών, στα νησιά του
Αρχιπελάγους. Πρότεινε λοιπόν η Ρωσία (στη Σύνοδο της Βερόνα), την κοινή
διοίκηση από τις δυο θρησκευτικές κοινότητες (για τα νησιά με μεικτό
χριστιανικό πληθυσμό, Τήνο, Σύρο, Νάξο, Σαντορίνη), ενώ η Ρωσία κι οι
άλλες Δυτικές Δυνάμεις, θα επόπτευαν την ομαλή λειτουργία των θρησκευτικών
και διοικητικών πράξεων, που θα έπαιρνε η εκλεγμένη τοπική αρχή.
Η πρόταση αυτή παρουσιάστηκε από τον Ρώσο υπουργό εξωτερικών Νέσελροντ,
στις 28 Οκτωβρίου 1822, στις σύμμαχες δυνάμεις της Ρωσίας και θεωρήθηκε
από τον αυστριακό υπουργό εξωτερικών Μέττερνιχ, μια καλή βάση για την
προστασία των χριστιανικών πληθυσμών των Κυκλάδων. Μόνο η Αγγλία, δεν είδε
με καλό μάτι την παρουσία της Ρωσίας, ως εγγυήτριας δύναμης στην ελληνική
υπόθεση.
Μετά το πέρας του συνεδρίου της Βερόνα, στάλθηκε διπλωματική νότα στην
Κωνσταντινούπολη, για να δεχθεί την απόφαση της Ιεράς Συμμαχίας, για την
προστασία των χριστιανικών πληθυσμών στο Αρχιπέλαγος (μαζί και με άλλα
θέματα), πράγμα που το δέχθηκε η Υψηλή Πύλη κι έτσι η Ρωσία αποκατάστησε
τις διπλωματικές της σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που είχαν
διαταραχθεί με τις σφαγές της Κωνσταντινούπολης το 1821. («Διπλωματικά
Έγγραφα»του κόμη Κάρλ Βασίλιεβιτς Νέσελροντ». «Το ζήτημα Ορθοδόξων και
Καθολικών, στα νησιά του Αρχιπελάγους». Παρίσι 1890).

«Παναγιά μου, κάνε το θαύμα σου, τώρα που στριμωχτήκαμε»

Η Τήνος γίνεται «προνομιακός τόπος» για τις ξένες δυνάμεις, που
επιδιώκουν να μανιπουλάρουν το επαναστατικό κίνημα του 1821. Γιατί, μπορεί
να σήκωσαν οι αυθόρμητοι Έλληνες το λάβαρο της Ελευθερίας, όμως η υπόθεση
της αυτοδιάθεσης τους και η διάσπαση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν
πολύ σοβαρό θέμα για τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις. Δεν ήταν δυνατόν ν'
αφήσουν το θέμα αυτό ακηδεμόνευτο. Η Τήνος λοιπόν, που είχε (κι έχει) αυτό
το κράμα ορθόδοξου και καθολικού πληθυσμού και που απολάμβανε τότε, το
«άτυπο» άσυλο στην ελληνοτουρκική σύγκρουση, ήταν ο πρέπον χώρος, για την
εκ του σύνεγγυς επιτήρηση του Αγώνα της Ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Όταν
λοιπόν τα πράγματα ζορίσανε με την εμφύλια διαμάχη των Ελλήνων
(1822-1825), με αιτία τα χρήματα του δανείου, που θα δίνονταν στην
Επαναστατική Αρχή του Απελευθερωτικού Αγώνα, όταν από τον φανατισμό και το
αδυσώπητο μίσος, κινδύνεψαν να τιναχτούν στον αέρα τα σχέδια των
«φιλελλήνων» και των «επενδυτών» της αυτοδιάθεσής μας, στην ήσυχη Τήνο,
βρήκαν τη λύση του καταπραϋντικού, οι αλλοδαποί χρηματιστές!
Ο «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου». Το σήμα κατατεθέν της Φιλικής Εταιρείας
(σημείωση Ξάνθου). Το σημειολογικό στίγμα του ελληνικού ξεσηκωμού (25η
Μαρτίου). Ας σημειωθεί, ότι την πρώτη «επαναστατική» εκκλησία (1821), που
έστησαν οι εξεγερμένοι Έλληνες, ήταν εκείνη που έφτιαξαν από την
προσαρμογή ενός τζαμιού της Κορίνθου, σε ναό του Ευαγγελισμού (σημείωση
ιστοριοδίφη Κώστα Δανούση).
Χειμώνας του 1823. Η εύρεση της εικόνας στην Τήνο, που πάνω της κρεμάστηκε
ένα έθνος, ευελπιζόμενο με τη βοήθεια του Θεού, την ελευθερία του. Πιο
πέρα, στα κακοτράχαλα βουνά της Αρκαδίας, στους κάμπους της Μεσσηνίας, στο
Ξερόμερο, στ' Άγραφα και στου Βάλτου τα χωριά, ξεχείλιζε το μίσος των
κλεφτών κι αρματολών της Ρούμελης, ενάντια στους Μοραΐτες προύχοντες.
Χύνανε το αδελφοκτόνο αίμα για τα γρόσια. Μερικοί αφήσανε τον κοινό αγώνα,
για να προσχωρήσουν στους Τούρκους. Το ξεδιάντροπο καπετανιλίκι των
κιοτήδων, που κοίταξαν πιότερο τον μπεζαχτά τους, από της πατρίδας την
ελευθερία: ο Βαρνακιώτης, ο Μπακόλας, ο Ράγκος κι ο Βαλτινός. Στην πρώτη
πολιορκία του Μεσολογγίου, συμμάχησαν με τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιουταχή,
για να επιτεθούν στον Μάρκο Μπότσαρη με τους 35 ενόπλους του, που 'ταν
ταμπουρωμένοι στην πόλη.
Το μέγα ζητούμενο κι η πέτρα του σκανδάλου, για όλο αυτό το μπάχαλο, ήταν
το δάνειο, που αποφάσισαν ιδιώτες ξένοι επενδυτές να χορηγήσουν στον
ελληνικό αγώνα. (Οι κυβερνήσεις των μεγάλων δυνάμεων, ήταν αντίθετες στην
προοπτική της ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Ο πρώτος και βασικός αρωγός στην
ελληνική υπόθεση του ξεσηκωμού, ήταν το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου.
Αυτός ο φορέας, βρήκε κι έπεισε τους χρηματοδότες της Επανάστασης). Όταν
λοιπόν πέρασε ο πρώτος ενθουσιασμός της εξέγερσης, τα γεγονότα που
ακολούθησαν, ζορίσανε τα πράγματα και θολώσανε τις καλές προθέσεις των
επαναστατών. Εκτός από τους ανιδιοτελείς, αγνούς και πάντα πρόθυμους
πατριώτες, εμφανίστηκαν κι οι επαγγελματίες «επαναστάτες», που ήθελαν να
φύγουν οι Τούρκοι από τον τόπο τους, αλλά χωρίς να χάσουν οι οπλαρχηγοί,
τα κομποδέματά τους. Η ελληνική επαναστατική διοίκηση ήθελε ρευστό, για
να πληρώσει τους «έμμισθους οπλοφόρους της», τον οπλισμό και τα πυρομαχικά
τους. Να δώσει αποζημίωση για τα πλεούμενα των μεγάλων καραβοκύρηδων, που
οι περισσότεροι παράτησαν τα κερδοφόρα μπάρκα τους και μπήκαν στην
περιπέτεια του αγώνα .με το αζημίωτο!
Αφού λοιπόν τέθηκαν τα ζητήματα αυτά επί τάπητος, αποφασίστηκε για εγγύηση
στους δανειοδότες, να τους δοθούν «εθνικές γαίες» που θα απελευθερώνονταν
μελλοντικά, όταν με το καλό οι Έλληνες θα αποκτούσαν την πολυπόθητη
ελευθερία τους. Το τρέχον όμως (τότε) πρόβλημα, ήταν ποιος θα κατόρθωνε
από τους Ρωμιούς, να πάρει και να διαχειριστεί τα λεφτά του δανείου. Οι
καπάτσοι Μοραΐτες, με προεξάρχοντες τους Υδραίους, που τα είχαν καλά με
τους Εγγλέζους ή οι Ρουμελιώτες, που έβλεπαν από τις διάφορες ίντριγκες,
να χάνουν το πολιτικό παιγνίδι του εθνικό-απελευθερωτικού αγώνα;
Ένας απ' αυτούς, ο Ανδρέας Λαυριώτης ήταν τυπικά εκπρόσωπος των
Ρουμελιωτών, στις διαπραγματεύσεις του Λονδίνου. Ωστόσο, δούλευε
«συνωμοτικά» για τον Μαυροκορδάτο, που ηγείτο με τον Κουντουριώτη τη
φατρία των Πελοποννησίων. Ο Μαυροκορδάτος και Κουντουριώτης, συμμαχούν
συγκυριακά εναντίον του Κωλέττη, που αφεντεύει τους Ρουμελιώτες. Στη
συνέχεια ο Κωλέτης τους προσεταιρίζεται, για να παίξει το δικό του
πολιτικό παιγνίδι. Ο Μαυροκορδάτος επιτίθεται του Κολοκοτρώνη και του
Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, που ως καταξιωμένοι οπλαρχηγοί, με πολυάριθμα
λεφούσια, βάζουν ζητήματα πρωτοκαθεδρίας στον εθνικό Αγώνα. Ο
Καραϊσκάκης, με τον ατίθασο χαρακτήρα του, δεν ακούει κανένα, παρά μόνο
«το ντουφέκι το». Μπαίνει στην «μύτη» του Μαυροκορδάτου και κατηγορείται
για «εσχάτη προδοσία». Ο Ιωάννης Ζαΐμης, που δεν πολυκαταλάβαινε από τις
τσιριμόνιες του Ανδρέα Λόντου (κέρβερου του Κουντουριώτη κι εξολοθρευτή
του Αντώνη Οικονόμου, επαναστάτη της Ύδρας), ζητούσε εξηγήσεις και έλεγχο
στα οικονομικά της ανεξέλεγκτης «επαναστατικής» διοίκησης. Με τα πολλά ο
Ζαΐμης, μπαίνει στο στόχαστρο του Μαυροκορδάτου και διώκεται για «έλλειψη
πατριωτισμού»! Ο Παναγιώτης Κρεββατάς, ο μεγάλος χρηματοδότης του
ελληνικού αγώνα, που έδωσε την περιουσία του για ν' αναχαιτισθεί η επέλαση
του Δράμαλη, δολοφονείται από συμπατριώτες του. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός,
ξεσκεπάζει τα σχέδια συνδιαλλαγής Μαυροκορδάτου -Κουντουριώτη, με τους
Ιππότες του Αγίου Ιωάννη, για την εκ μέρους τους χρηματοδότηση του αγώνα
των Ελλήνων, μ' αντάλλαγμα την κατοχή της Σύρου, Ρόδου και Κρήτης. Το
πρωτοπαλίκαρο λοιπόν του Κουντουριώτη ο Γκούρας, συλλαμβάνει τον τιμημένο
δεσπότη, τον δένει στην ουρά του αλόγου του και τον περιφέρει περιγελώντας
τον στα λασποτόπια της Γαστούνης!
Για τρία χρόνια, στη Ρούμελη και στο Μοριά, εξελίσσονταν αδυσώπητη εμφύλια
διαμάχη, με αμέτρητους νεκρούς και υλικές συνέπειες. Με τη βοήθεια του
Μακρυγιάννη, ο Κωλέτης εξασφάλισε τις υπηρεσίες του Γκούρα, για να
εξοντώσει τους αντιφρονούντες της πολιτικής του (σημειώσεις από τ΄
απομνημονεύματα του Κανέλου Δεληγιάννη).
Όσα κέρδισαν οι επαναστάτες στις μάχες, τις πρώτες μέρες και μήνες της
επανάστασης, τα έχασαν μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα. Η Υψηλή Πύλη, στο
αρχικό της σοκ, αναθάρρησε.
Βλέποντας όλα τούτα τα καμώματα των Γραικών, βαλάντωσαν οι δανειοδότες του
λονδρέζικου Σίτι. Έπρεπε να βρεθεί ένα θαύμα, να σημειωθεί ένα μεγάλο
γεγονός, για ν' αναχαιτισθεί πάση θυσία η εθνική κατρακύλα!
Μ' αυτά και με τ' άλλα, θα επακολουθήσει, η «όχι και τόσο τυχαία» εύρεση
της εικόνας της Ευαγγελίστριας της Τήνου και το «μυστήριο» θεϊκό σημάδι,
που περιέβαλε αυτό το «θαύμα»!
Από τα συναρτώμενα γεγονότα προκύπτει, ότι αυτός που έβαλε την εικόνα στα
ερείπια δεν είχε .«αγγελικά χέρια»! Με μια ψύχραιμη ματιά, με βάση τα
πολιτικά και παραπολιτικά δρώμενα και τα θρησκευτικά δεδομένα που
επικρατούσαν την εποχή εκείνη διαφαίνεται, ότι από τρεις πιθανότητες,
ενεργοποιήθηκε η «αυθόρμητη πράξη».
Είτε κάποιος Φιλικός παράγοντας (διασυνδεδεμένος με την υπόθεση του
εθνικού δανείου), ήθελε να στείλει μήνυμα προς πάντες, ότι «κι ο Θεός
είναι μαζί μας», σ' αυτόν τον υπερπάντων Αγώνα, άρα ας παραμερίσουν οι
εμφύλιες εχθρότητες.
Είτε η ενέργεια κινητοποιήθηκε από χέρι ιερωμένου η λαϊκού, εμψυχωμένου
από δογματική παρρησία, για να αποδείξει χειροπιαστά, ότι «η Ορθόδοξη
Παναγία» βοηθάει τους Έλληνες, προβοκάροντας έτσι την αρνητική στάση των
καθολικών του νησιού στην επανάσταση.
Είτε η φιλοκυβερνητική νομενκλατούρα της Χώρας της Τήνου, λειτούργησε μ '
αυτόν τον τρόπο, για να στρέψει αλλού το ενδιαφέρον του κόσμου, από την
έντονη πολιτική κόντρα που εξελίσσονταν εις βάρος της, για μια σειρά
αυταρχικών της πράξεων (οι τραμπουκισμοί του δημάρχου Σταματέλου Καγκάδη
και των παρατρεχάμενων, έδιναν κι έπαιρναν).
Αφορμή για την εύρεση της εικόνας, έδωσε η εμμονή μιας καλόγριας
(Πελαγίας), για το επαναλαμβανόμενο νυχτερινό της όραμα (της θλιμμένης
Παναγίας που λυπάται τους Έλληνες), αλλά κι η εμφάνιση μιας ακόμη
θανατερής επιδημίας πανούκλας στην Τήνο. (Η εβραίικη λογική του τιμωρού
θεού, που μέσω κακών μηνυμάτων, προσδοκά την πραγματοποίηση των θελημάτων
του).
Το Σεπτέμβρη του 1822 στον Πάνορμο της Τήνου, φτάνει ένα καΐκι με
πρόσφυγες από τα Ψαρά. Χωρίς ελέγχους και προφυλάξεις, αποβιβάζονται οι
επιβάτες, που μερικοί υποφέρουν από πανώλη. Γρήγορα γίνεται η μετάδοση της
λοιμώδους αρρώστιας στον Πύργο και σ' όποια χωριά πέρασαν οι μολυσμένοι,
μέχρι τη Χώρα του νησιού. Η θανατερή κατάρα, πήρε μεγάλες διαστάσεις. Οι
νεκροί πολλαπλασιάζονταν μέρα με τη μέρα. Επικράτησε παντηνιακός πανικός,
ενώ η πανούκλα άρχισε να εξαπλώνεται και στα λιμάνια που είχαν επαφές με
την Τήνο. Απαγορεύτηκαν οι μετακινήσεις. Η Τήνος αποκλείστηκε. Κι εκεί που
όλα ήταν ζοφερά και δυστυχισμένα, ήρθε .το «Θαύμα της Εύρεσης»!
Μια καταπλακωμένη από τα χώματα εικόνα, στα θεμέλια ενός αρχαίου
κτίσματος, με αμυδρή από την κακή της κατάσταση, την παράσταση του
Ευαγγελισμού.

Υπέρμετρη εικονολαγνεία

Σημασία δεν έχουν τα περιπετειώδη γεγονότα της εύρεσης της εικόνας και πώς
ο κασμάς έφτασε μέχρι σ' αυτήν κι αν κολλήθηκαν τα δυο σπασμένα κομμάτια
της. Εκείνο που προέχει απ' όλα εκείνα τα γεγονότα, ήταν η προβληθείσα
υπέρμετρη εικονολαγνεία που επακολούθησε. Θες η πίεση των ημερών εκείνων,
με την αρρώστια να σέρνεται και την ανέχεια ν' απλώνεται από τις
αλλεπάλληλες φουρνιές προσφύγων, που έφταναν κυνηγημένοι στο νησί. Θες τα
πολιτικά δρώμενα που είχαν εξάψει τα πάθη. Θες η ανθρώπινη ανάγκη να
πιαστεί από κάπου, όταν κυριεύεται από την απόγνωση, όπως και να 'χει, η
εικόνα της Θεοτόκου, εμφανίστηκε την κρίσιμη στιγμή. Ήρθε για να γίνει το
ποθητό βάλσαμο της ανακούφισης του απονήρευτου, του θεοσεβούμενου κόσμου.
Από τόσες και τόσες περιγραφές ευρέσεων εικόνων, σ' όλο τον ελλαδικό και
ευρύτερο χώρο, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τα τελευταία 200 χρόνια (πλέον
των 15 περιπτώσεων εύρεση εικόνας της Παναγίας, σε Ανατολή και Δύση), η
Μεγαλόχαρη της Τήνου, προβλήθηκε ως το φετίχ της ελληνικής Ορθοδοξίας. Το
μεγάλο ατού της συγκεκριμένης εικόνας, ήταν ο «επίκαιρος» χρόνος της
εύρεσής της (30 Ιανουαρίου 1823) και τα δραματικά εμφύλια γεγονότα της
τότε επαναστατημένης Ελλάδας, που προσέδωσαν στο όλο «Θαύμα», μια θεατρική
δραματικότητα. Μια δραματικότητα, που ξεκινάει από τα πρώτα χρόνια του
Χριστιανισμού, όταν οι καλόγεροι πήγαιναν κι έθαβαν κρυφά στους ναούς των
ειδωλολατρών, χριστιανικά σύμβολα, για να πείσουν τους απίστους αντιπάλους
τους, ότι η επερχόμενη νέα θρησκεία, είναι Θεού Θέλημα να επικρατήσει.
(Ο μυστικισμός, η έκσταση, ο πνευματισμός, ήταν τα μέσα προσέγγισης που
μεταχειρίζονταν οι Εβραίοι προφήτες για να προβλέψουν τα μελλούμενα. Απ'
αυτούς δανείστηκαν οι χριστιανοί προφήτες «τη γλώσσα των αγγέλων», που
σύμφωνα με ιστορικές πηγές (Λουκιανός), ήταν ακαταλαβίστικες εβραϊκές και
φοινικικές λέξεις, ενώ ο Παύλος σημειώνει, ότι «οι κορινθιακές γλώσσες»,
είναι κατανοητές μόνο στο Θεό).
Στην Χώρα της Τήνου, ο πολιτικός ανταγωνισμός των φατριών ήταν τόσο οξύς
τον καιρό εκείνο (1822-1825), που το γεγονός της εύρεσης, δεν το πήραν
μερικοί στα «ζεστά». Ο μητροπολίτης Γαβριήλ (φίλα προσκείμενος στην
κυβέρνηση του Κουντουριώτη), ξεσήκωσε τον κόσμο σε δοξολογίες και
προσευχές. Αντίθετα, μέσα σ' όλο αυτό το νταβαντούρι, παρασιωπήθηκε το
συμβάν από τον έπαρχο Μανώλη Σπυρίδωνος (Ρουμελιώτης, έμπιστος του
Κωλέττη) και το θεώρησε άνευ σημασίας. Είδε το περιστατικό ως τυχαίο, που
δεν είχε να προσθέσει τίποτε «καινούργιο», στην οξεία αντιπαράθεση, που
διαδραματίζονταν τότε στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Η είδηση της εύρεσης της εικόνας στην Τήνο, έφτασε στους οπλαρχηγούς στο
Άστρος της Κυνουρίας, δυο μήνες μετά. Είχαν μαζευτεί στο τέλος του Μάρτη
του '23 για τη δεύτερη Εθνοσυνέλευσή τους. Ο επίσκοπος Βρεσθένης
Θεοδώρητος, τους ανακοίνωσε το χαρμόσυνο νέο. «Σταυροκοπήθηκαν,
αλληλοκοιτάχτηκαν και δεν έδωσαν άλλη σημασία», σημειώνει ο αρχιγραμματέας
Θεόδωρος Νέγρης. Άλλωστε τα προβλήματα που τους απασχολούσαν ήταν
σημαντικά και δεν περίσσευε χρόνος για τα «παπαδίστικα νέα». Κρίνονταν η
τύχη του Κολοκοτρώνη ως αρχιστρατήγου και το ποιος θα πήγαινε στο Λονδίνο
να παραλάβει το δάνειο.
Κι όμως «ώ του θαύματος», η αποκάλυψη της θαμμένης εικόνας στην Τήνο, λίγο
καιρό μετά, ξέφυγε από τα στενά όρια του νησιού. Με την πάροδο του χρόνου,
όσο ανέβαινε ο φανατισμός κι αλληλοσπαραγμός για την εξουσία και τον
έλεγχο των δανείων, τόσο γιγαντώνονταν το μεταφυσικό ιδεολόγημα, για το
θαύμα της Παναγιάς, που μέσα από την εικόνα της, ευαγγελίστηκε την άνοιξη
του σκλαβωμένου έθνους! Που θλίβονταν για όλα αυτά που συμβαίνανε στους
Έλληνες! Που ζητούσε να σταματήσει ο αλληλοσπαραγμός!
Ο ντηνιακός Φιλικός, Κωνσταντίνος Γεωργαντόπουλος, όσο κι αν επιχείρησε να
«συμμαζέψει» τους αντιπολιτευόμενους συμπατριώτες του, που δεν
πολυκαταλάβαιναν από νομιμότητα και κυβερνητικές εντολές, δολοφονείται
στην Χώρα της Τήνου, το Δεκέμβρη του 1823. Ήταν, ο διορισμένος έπαρχος,
έμπιστος του Μιαούλη κι υποστήριζε τους συντηρητικούς Μοραΐτες του
Κουντουριώτη.

Ο θρησκευτικός φανατισμός

Στην Τήνο η καθολική κοινότητα, δεν καλοδέχθηκε το «Θεϊκό Δώρο» της
εύρεσης. Ο υπερβολικός ενθουσιασμός των Ορθοδόξων, για τη «δική» τους
Παναγία, δημιούργησε φοβίες για «τραμπουκισμούς» εις βάρος των καθολικών.
Ο θρησκευτικός φανατισμός ήταν σ' έξαρση κι έσπρωχνε τους ακτιβιστές των
δύο δογμάτων σε βιαιοπραγίες και δολιοφθορές αντεκδίκησης. Άλλωστε δεν
ήταν μικρές οι κατηγορίες που αντιμετώπιζαν οι καθολικοί, από τους
φανατικούς αντιπάλους τους, ότι «εξ αιτίας της παθητικής τους στάσης, για
την ρέουσα «ορθόδοξη» επανάσταση, κάποιοι φράγκοι, ήταν πράκτορες των
γαλλικών και τουρκικών συμφερόντων». Το μήνυμα αυτό το έλαβε η
Επαναστατική Κυβέρνηση και για να δείξει την πυγμή της, έστειλε στην Τήνο
και Σύρο αστυνομικά σώματα, να κάνουν έρευνες και συλλήψεις καθολικών
αντιφρονούντων.
Στο νησί, μετά το 1826, με πανελλήνιο έρανο και με την αυθόρμητη συμμετοχή
των ντόπιων και προσφύγων, ορθώθηκε ο ναός του Ευαγγελισμού κι έγινε το
πρώτο μεγάλο «τάμα» για την απελευθέρωση του γένους. (Μέχρι σήμερα
χρωστάμε και το λεγόμενο τάμα του συνταγματάρχη Παπαδόπουλου, που ήθελε να
κτίσει μεγαλοπρεπή εκκλησία στα Τουρκοβούνια της Αθήνας, για να
ευχαριστήσει την Παναγία για το έπος του 1821).
Με την «εμφάνιση» της Μεγαλόχαρης στην Τήνο, ο λαός θ' απαλύνει τη ζοφερή
πραγματικότητα εκείνων των χρόνων. Θα εκτυφλωθεί από τη λυτρωτική
επέμβαση του θαύματος. Θα μπλέξουν τα θρησκευτικά, με την πολιτική και στα
επεισόδια που θα επακολουθήσουν, θα επιχειρηθεί ένας «Υπερουράνιος
φραγμός», για να συμμαζευτεί ο αλληλοσπαραγμός των Ελλήνων (βλέπε «Οράματα
και Θάματα» του Μακρυγιάννη).
Η «Θεϊκή Αποκάλυψη», ήταν καταλυτική ενέργεια και συμμάζεψε τη φαγωμάρα
του έθνους. «Τη στιγμή που έβαλε ο Θεός την «υπογραφή του», για να
λευτερωθεί ο τόπος, είναι ντροπής πράγματα να τρώγονται οι Έλληνες, για το
ποιος θα πάρει τα γρόσια», τους λέει ο Κολοκοτρώνης.
Έτσι «έπεσαν στα μαλακά» τα χρήματα που έφτασαν από το Λονδίνο. Ο εμφύλιος
πόλεμος, θα λήξει (προσωρινά), ένα χρόνο αργότερα, όταν ήρθαν τα λεφτά
στην Κυβέρνηση του Κουντουριώτη (Ιούλιος του 1824). Οι αντιδράσεις των
διαμαρτυρομένων Ρουμελιωτών, κάμφθηκαν με το πέρασμα του χρόνου. Όποιος
άλλωστε επέμενε ν' ανθίσταται, τον έτρωγε το μαύρο σκοτάδι, όπως συνέβη
στον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Αυτοί που κερδοσκόπησαν τότε, με λάβαρο την εθνική
υπόθεση, στη συνέχεια, ως βαθύτατα θρησκευόμενα πρόσωπα, πήγαν και
προσκύνησαν την Μεγαλόχαρη στην Τήνο.
Και τα χρόνια πέρασαν. Ο ταπεινός Έλληνας βιοπαλαιστής, με την «εθνική
του κυριαρχία» υποθήκη στους ξένους δανειστές, πλήρωνε με συνεχείς
αυξήσεις φόρων, τα δυσβάστακτα χρέη των δανείων. (Πάρθηκε και δεύτερο
«επαναστατικό» δάνειο το 1825 κι ακολούθησαν κι άλλα από το νεοπαγές
κράτος). Οι πολιτικές έριδες που επακολούθησαν της Εθνεγερσίας, άφησαν
θολό το «colpo grosso» των χρημάτων των δανείων, πού φαγώθηκαν με τρόπο
σκανδαλώδη. Ο αμόρφωτος λαός, έβλεπε κι άκουγε, χωρίς να έχει τη δύναμη ν'
αντιδράσει, στις αλληλοκατηγορίες των πολιτικών φατριών.
Η ελληνική πολιτική ζωή, εξαρτημένη από τα χρέη και τη δουλικότητα προς
τον ξένο πατρόνα της, κηδεμονεύτηκε από την πυγμή των άγγλο-γαλλικών
κανονιοφόρων και σύρθηκε σ' εθνικές συμφορές κι εξευτελισμούς.
«Η Κυβέρνηση του Κουντουριώτη, χρησιμοποίησε τα δάνεια για την εξόντωση
των πολιτικών της αντιπάλων. Δέχτηκε όλους τους αρπακτικούς όρους,
υποκύπτοντας σε ωμούς εκβιασμούς» (Κυρ. Σιμόπουλος, « Πώς είδαν οι ξένοι
της Ελλάδα του '21»).
Θέλοντας να εξιλεωθεί για όσα συνέβησαν τότε στα «σκοτεινά» χρόνια της
Επανάστασης του Γένους, γράφει αργότερα ο μετανιωμένος
«Μπαρμπαγιάννης» -Μακρυγιάννης (έμμισθος παρατρεχάμενος του Κουντουριώτη):
«Δεν ήξερα τότε τι να κάμη. Ήμουν άμαθος από τέτοια. Τότε μας δώσανε λίρες
να λευτερωθούμε κι όχι όποιοι είναι κεφαλές να της φάνε».
Οι αλληλοκατηγορίες των σφετεριστών των χρημάτων, έδιναν και έπαιρναν. Ο
Φιλικός Ξάνθος, που ήρθε το 1823 στην Ελλάδα από την Οδησσό, κατηγορήθηκε
από τον Φιλικό Παν. Αναγνωστόπουλο, ότι έφαγε τα χρήματα της Εθνικής
Κάσας. Το 1827 ο Ξάνθος εγκαταλείπει την Ελλάδα. Θα γράψει το 1845 τ'
απομνημονεύματά του και θ' απολογηθεί, αποποιούμενος τις εις βάρος του
κατηγορίες.

Η «γραφική ιστορία» της καλόγριας Πελαγίας

                  Η Τήνος από τα τέλη του 1828, με την ανέγερση της περικαλλούς εκκλησίας
(το όλο κτίσμα θα ολοκληρωθεί το 1840), θα επιβραβευθεί για την
«μεταφυσική της συνδρομή» στον Αγώνα και θα γίνει με την απελευθέρωση του
Γένους, το κέντρο της ελληνορθόδοξης λατρείας. Η ένωση Θεού και Κράτους.
Κι έτσι όλα τα προγενέστερα κακά θα ξεχαστούν. Κάτι πήγαν να ψελλίσουν
μετεπαναστατικά, ορισμένα ριζοσπαστικά μυαλά, αλλά η κυρίαρχη ιδεολογία
του ελληνοχριστιανισμού, ήταν τόσο ισχυρή, που παρέσυρε τα πάντα στο διάβα
της. Η «γραφική ιστορία» της καλόγριας Πελαγίας θα διανθιστεί, από
περιγραφικές διηγήσεις και απολυτίκια και θα γίνει η «μόνη» παραδεκτή
ιστορική αναφορά. (Μην λησμονούμε, ότι οι μόνες «ανώδυνες ιστορικές
πηγές», που δεν θίγουν κανένα, είναι οι θρησκευτικές). Η εύρεση της
εικόνας, πέρασε μέσα από επινίκια άρθρα και ύμνους «επικού χαρακτήρα», που
τα «παπαγαλίζουν εθνικοί ψάλτες», με το αζημίωτο! Το «Ευαγγελίζου γη χαρά
μεγάλη» έγινε «εθνικός μας μύθος». Ποιος λοιπόν θα τολμούσε να τ'
αμφισβητήσει όλα αυτά;
Ο μητροπολίτης Γαβριήλ, ως πρωτοστάτης στην ίδρυση του Πανελληνίου Ιερού
Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, πήρε «πολύ φόρα» κι αυτό δεν καλάρεσε
στους ντηνιακούς προεστούς. Προσπάθησαν να τον απομονώσουν. Το «λάβαρο»
της εικόνας, ήταν «γερό χαρτί» στα χέρια του. Τον Ιούλιο του 1833,
υπογράφει για την ανεξαρτησία της Ελληνικής Εκκλησίας από το Φανάρι και με
την πράξη αυτή, καταργείται η μητρόπολης Τήνου. Με τις πολλές κόντρες που
είχε δημιουργήσει με τα μεγάλα πολιτικά σόγια της Χώρας της Τήνου, για τα
διοικητικά της Εκκλησίας και τα πολιτικά (τον κατηγορούσαν για ρωσόφιλο),
αντί να πάει στη Σύρο όπως επιθυμούσε (έδρα της νέας μητρόπολης), τελικά
μετατέθηκε στην επισκοπή Παροναξίας. Εκεί αντικατέστησε ένα άξιο ιερωμένο,
τον Ιερόθεο. (Σημείωση: Από τις μετρημένες μεγάλες φυσιογνωμίες
μητροπολιτών, μ' έντονη πατριωτική δράση. Ήταν μέλος της Φιλικής
Εταιρείας. Ξεσήκωσε τους Ναξιώτες και Παριανούς κατά των Τούρκων. Καθ' όλη
τη διάρκεια των επαναστατικών χρόνων, είχε υψωμένη την ελληνική σημαία
στο καμπαναριό της μητρόπολης του. Κατάρτισε στρατιωτικό σώμα, που το
συντηρούσε ο ίδιος. Μάλιστα, δείχνοντας πρώτος το παράδειγμα ο Ιερόθεος,
φορώντας στρατιωτική στολή, πολέμησε σε αρκετές μάχες κατά τη διάρκεια της
Εθνεγερσίας. Ακόμη, έφτιαξε σειρά αλληλοδιδακτικών σχολείων στη Νάξο και
στην Πάρο).
Όταν πήγε ο Γαβριήλ στην Παροναξία, ακολούθησε τη διπλωματική τακτική που
εξασκούσε στην Τήνο. Από την μια καλοδέχτηκε τον Όθωνα αν και δεν
συμφωνούσε με την πολιτική του κι από την άλλη, επέβαλε την δεσποτική του
αυταρχικότητα, σε κληρικούς και λαϊκούς. Αντέδρασε έντονα στις
κινητοποιήσεις πιστών, που δεν μπόρεσαν να χωνέψουν αδικαιολόγητες
αυστηρότητές του. Ήταν ακραιφνής οπαδός της βυζαντινής εκκλησιαστικής
παράδοσης, συντηρητικών κοινωνικών αρχών, υμνητής της σχολαστικής
προσήλωσης στην ιεραρχία. Στις αποφάσεις του επέβαλε «στρατιωτική»
πειθαρχία. Δεν πολυάρεσε του Γαβριήλ το επαναστατικό πνεύμα, που είχε
μπολιαστεί στο ποίμνιό του, από τον προκάτόχο του, Ιερόθεο τον Β'.
(Άλλωστε γι' αυτό του το ριζοσπαστισμό, είχε απομακρυνθεί ο Ιερόθεος από
την Παροναξία κι είχε μετατεθεί στην Επίδαυρο Λιμηράς και στη συνέχεια
στην Ακαρνανία).
Ο Γαβριήλ καταπιάστηκε στο να οργανώσει θρησκευτικές «ορθόδοξες
αδελφότητες», για συμμαζέψει τις «ελευθεριάζουσες» θρησκευτικές απόψεις.
Τρία χρόνια μετά την άφιξή του στη νέα του θέση, έκανε «τζακ ποτ» στο
Θαύμα! Επί των ημερών του στη Νάξο (25 Μαρτίου 1936), βρέθηκε μετά από
όραμα, μια ακόμη εικόνα του Ευαγγελισμού, σε μια σπηλιά στο Αργοκοίλι του
«Βόθρου», (Κόρωνος μετονομάστηκε το χωριό αργότερα). Όμως το ξωκλήσι που
κτίστηκε, δεν πήρε ποτέ τη φήμη της Τήνου κι η Παναγία εκεί, παρ' ότι την
είπαν θαυματουργή, παρά τις προσπάθειες του Γαβριήλ να «προσφέρει» μια
ακόμη επώνυμη «Μεγαλόχαρη», δεν του βγήκε. όπως οραματίζονταν. (Η Παναγιά
η Αργοκοιλιώτισσα, γιορτάζεται της Ζωοδόχου Πηγής, την Παρασκευή μετά το
Πάσχα).
Ο ελληνικός λαός, φτωχός κι αμόρφωτος, την μετεπαναστατική εποχή,
βυθίστηκε στο φανατισμό της παπαδοκρατίας και των παραεκκλησιαστικών
οργανώσεων, που συστάθηκαν από κληρικούς και λαϊκούς. Το 1836 ο
Κωνσταντίνος Οικονόμου εξ Οικονόμων (αφού επαινεί τον μητροπολίτη Γαβριήλ
για την αξιέπαινη δράση του), πρωτοστατεί στον θεολογικό αγώνα που είχε
ξεσπάσει τότε, με στόχο τη δαιμονοποίηση των δυτικοφερμένων
εκσυγχρονιστικών θεωριών, που έφεραν στον τόπο ο Καποδίστριας κι οι
Βαυαροί. Οι πρώην αφορισμένοι «Κολλυβάδες» παίρνουν το πάνω χέρι και
ξαναφέρνουν στην επικαιρότητα τις θέσεις τους, για την επαναφορά του λαού
στην αυθεντική «Ορθόδοξη Παράδοση» (θεωρούσαν ότι το Πατριαρχείο είχε
πέσει σε θεολογικά και τυπολατρικά ολισθήματα). Οργανώνονται τα πρώτα
ελληνοχριστιανικά τάγματα «της Ορθής Πίστης». Διαπομπεύονται όλοι εκείνοι
που υποστήριζαν το «Σατανά» του Διαφωτισμού! (Οι θετικές επιστήμες,
μαθηματικά, φυσική, χημεία, αστρονομία, ήταν τα όργανα του διαβόλου, για
να αποπλανήσουν τις μάζες των χριστιανών. Οι επιστήμες αυτές ήταν
προπομποί της αθεΐας).

Μέσα σ' όλα αυτά, διαπλάθεται και ο νεοϊδεολογισμός της Μεγάλης Ιδέας και
της Ελληνορθόδοξης Πορείας του Γένους, που έγινε το σήμα κατατεθέν του
Κωλέτη και την οριοθέτησε ο φαναριώτης ιστοριογράφος Κωνσταντίνος
Παπαρηγόπουλος. (Φτιάχνονται οι πρώτοι εθνικοί μύθοι, για «κρυφά σχολειά»
των παπάδων, για τη διαχρονική στήριξη από την Εκκλησία του αρχαίου
ελληνικού πολιτισμού κλπ. Η ελληνική ιστορία αποκτά μια «καθαρότητα».
Αναβαπτίζονται ιστορίες διαστρεβλωμένες. Αλλάζουν τις ονομασίες τόπων,
χωριών, γεωγραφικών στοιχείων).
Οργανώνονται λαϊκό-θρησκευτικά δικαστήρια. Βάση αυτών, ο Κοραής, ο
Φαρμακίδης, ο Σοφιανόπουλος, ο Πυλαρινός, θεωρήθηκαν αιρετικοί, βλάσφημοι
κι εξωμότες του «ελληνοχριστιανισμού»! Η δαμόκλειος σπάθη του αφορισμού,
έγινε το φόβητρο των δεσποτάδων, στους μη προσηλωμένους στην «ορθόδοξη
χριστιανική αγωγή»!
Το 1856, ο κεφαλλονίτης λογοτέχνης Ανδρέας Λασκαράτος, παρουσιάζει το
βιβλίο του «Τα Μυστήρια της Κεφαλλονιάς» και εξ αιτίας του αντικληρικού
περιεχομένου αφορίζεται. Το 1866 ο συριανός Εμμανουήλ Ροΐδης, σατιρίζει
τον κλήρο και την ελληνική πραγματικότητα με την «Πάπισσα Ιωάννα» και
αφορίζεται. Τα λεγόμενα «αναθέματα», έσπρωξαν πολλούς χριστιανούς
«αντιρρησίες», να εγκαταλείψουν τις ιδέες τους και να φύγουν κακήν κακώς
από τον τόπο τους. Οι καθολικοί των νησιών, φοβισμένοι από την
μισαλλοδοξία, κάνανε συνεχείς εκκλήσεις στο Βατικανό, για προστασία!
Φωτισμένα μυαλά, «οδηγήθηκαν» σε αστυνομικές και θρησκευτικές ανακρίσεις,
για ν' αποκαλύψουν το «δίκτυο» των οπαδών τους. Μέσα σ' αυτή την παραζάλη
των γεγονότων, στη Σύρο, έριξαν στον τάφο του αφορισμένου και
καταδικασμένου Θεόφιλου Καΐρη, περίχρισμα ασβέστη, για να λιώσουν τα
κόκαλά του. Έπρεπε δια παντός να εξαφανιστεί η μνήμη του και οι θεωρίες
του!

Το μέγα δέλεαρ

Η εικόνα της Μεγαλόχαρης της Τήνου, ξεπέρασε τους ελληνικούς ορίζοντες. Η
απανταχού ομογένεια ευλαβικά ακούμπησε την πίστη της στο εικόνισμα και τον
οβολό της στο παγκάρι. Το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου,
αναδείχθηκε σ' ένα από τους ισχυρότερους οικονομικούς παράγοντες της
Χώρας, με τεράστια έσοδα και πλήθος ακινήτων.
Αυτό ήταν το μέγα δέλεαρ, για το ποιος θα έχει τη νομή των εσόδων.
Ήδη από το 1834, το κράτος, βλέποντας τη «χρυσοφόρα πηγή» της εκκλησίας
της Τήνου, δεν αφήνει στην τοπική κοινωνία να έχει τον πρώτο λόγο στη
διαχείριση του Ιδρύματος. Έτσι με νόμο, αφαιρεί την αρμοδιότητα αυτή από
τους ορθόδοξους ενορίτες της Τήνου και βάζει ως διοικητικό προϊστάμενο, το
νομάρχη Κυκλάδων.
Στα χρόνια που ακολουθούν μέχρι το 1887, που αποφασίστηκε να φτιαχτεί νέος
κανονισμός λειτουργίας του Ιερού Ιδρύματος, το κράτος με διάφορα νομικά
τεχνάσματα, δεν άφησε ποτέ να φύγει από την επιρροή του, η διαχείριση των
χρημάτων. Οι χωραΐτες διαμαρτύρονται για το καθεστώς αυτό, αλλά ταυτόχρονα
τα βάζουν και με τους πολιτικούς της ενδοχώρας του νησιού (τον βουλευτή
Γρηγόρη Μαυρομαρά από τον Πύργο), που θέλει να μοιράσει τα έσοδα, σ' όλα
τα ορθόδοξα χωριά του νησιού (οι καθολικοί ήταν εξοβελισμένοι). Τελικώς
στη διελκυστίνδα αυτή επεμβαίνει το ελληνικό δημόσιο και φτιάχνει ένα νέο
νόμο το 1888, σύμφωνα με τον οποίο, η επιτήρηση του Ιδρύματος ανατίθεται
στην εκάστοτε κυβέρνηση.
Πριν από την καταστροφή της Μ. Ασίας, δεν γιορτάζονταν με τόση
μεγαλοπρέπεια ο Δεκαπενταύγουστος στην Χώρα της Τήνου. Όμως μετά την
συμφορά της προσφυγιάς, έπεσε φτώχια. Τα ξενοδοχεία της Τήνου, χάσανε τους
καλύτερους και περισσότερους πελάτες τους, που ήταν οι Μικρασιάτες.
Πολλοί πιστοί δεν πήγαιναν στο πανηγύρι του Ευαγγελισμού, επειδή έκανε
ακόμη πολύ κρύο το Μάρτη. Αποφασίστηκε λοιπόν να μεταφερθεί η μεγάλη
γιορτή της Μεγαλόχαρης το Δεκαπενταύγουστο. Έτσι, οι φτωχοί προσκυνητές,
που δεν είχαν λεφτά για ξενοδοχεία, μπορούσαν να περάσουν, χωρίς να
κρυώνουν, την ολονυχτία, στον ύπαιθρο χώρο του ναού.
Το 1924, ο βουλευτής Κωνσταντίνος Αλβανός, πρωτοστατεί να κτισθεί νέος
ναός της Ευαγγελίστριας, μεγαλυτέρων διαστάσεων, για να εξυπηρετηθούν οι
πάμπολλοι πιστοί και να υπάρξει μέριμνα για τους απόρους προσκυνητές. Μια
ακόμη δικαιολογία που τίθεται, είναι ότι ο ναός δεν έχει την «πρέπουσα»
εκκλησιαστική ομορφιά! Όμως η οικονομική αδυναμία του κράτους και η
γενικότερη φτώχια των ντηνιακών, αλλά κι η απροθυμία νέων ευεργετών,
ματαίωσαν τα μεγαλεπήβολα σχέδια. Το μόνο που κατορθώνει ο πολιτικάντης
Αλαβάνος, ήταν ν' αλλάξει για μια ακόμη φορά το καθεστώς της διοίκησης του
Ιερού Ιδρύματος. Επιδιώκει να ελέγξει τα όργανα, για να επιβάλει ρουσφέτια
και την πολιτική του επιρροή. Σύμφωνα λοιπόν με την τροποποίηση του 1925,
όλη η επιστασία περνάει στα χέρια των ορθοδόξων χωραϊτών ( καταργείται η
αντιπροσώπευση των χωριών). Η διοικούσα επιτροπή (5 μέλη), ορίζεται από το
Υπουργείο Εκκλησιαστικών.
Η «γιγάντωση» της φήμης για τη Μεγαλόχαρη στην Τήνο, προκάλεσε τη ζήλια κι
άλλων αιγαιοπελαγίτικων νησιών, που άρχισαν να «σκαλίζουν» ιστορίες για
θαυματουργούς αγίους και Παναγίες.
Η Παναγιά η Θαλασσινή στην Άνδρο, η Παναγιά η Κανάλα στα Θερμιά, η Παναγιά
η Καβουριανή στη Λέρο, η Παναγιά η Μελικαρού στη Σκύρο, η Παναγιά του
Χάρου στους Λειψούς, είναι ένα μόνο μικρό δείγμα απ' όλο αυτό το απάνθισμα
των θαυματουργών τόπων. Μάλιστα στη Σύρο το 1936, παρουσιάστηκε ότι έγινε
μεγάλο θαύμα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου της Ερμούπολης. Για τρία
χρόνια η εν λόγω εκκλησία συγκέντρωσε πλήθος πιστών από τα γύρω νησιά κι
από την Αθήνα. Τελικώς η ιστορία αυτή είχε άδοξο τέλος, γιατί ένας
«αγαθός» διάκος, «κάρφωσε» ότι το υποτιθέμενο θαύμα ήταν στημένο!
Η εμφάνιση του Ιωάννη Μεταξά στα πολιτικά δρώμενα της χώρας (1936), φέρνει
πάλι το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας στο προσκήνιο. Δυο πρόσωπα παίζουν
καθοριστικό ρόλο.
Η γυναίκα του Μεταξά Λούλα, που ήταν κόρη του επιφανή Κωνσταντίνου
Χατζηϊωάννου, από την Χώρα της Τήνου κι ο
ντηνιακός Νικόλαος Λούβαρης, καθηγητής θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών,
υπουργός, μα προ παντός ιδεολόγος του ναζισμού!
Ο Μεταξάς, μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν πολύ στενά συνδεδεμένος με τη
σύζυγό του. Όπως ομολογεί στο προσωπικό του ημερολόγιο, σε πολλές κρίσιμες
φάσεις της ζωής του, συμβουλεύτηκε τη Λούλα και με τη βοήθεια της πήρε
λαμπρές αποφάσεις.
Εξ αιτίας λοιπόν της επιρροής της κυρίας Μεταξά, τη διοίκηση του Ιερού
Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας, ανέλαβε ο εγκάρδιος φίλος της οικογένειας
Χατζηϊωάννου στην Τήνο, γιατρός Κοσμάς Αφεντούλης. Ο Μεταξάς,
προσπερνώντας τους φιλοβασιλικούς και φασίστες κόλακές του, με μια τολμηρή
απόφαση, διορίζει τον Σχολάρχη Ιωάννη Καρδαμίτση, πρόεδρο της Κοινότητας
Τήνου (Δήμος, θα γίνει μερικά χρόνια αργότερα). Το δίδυμο
Αφεντούλη-Καρδαμίτση, με τις φιλελεύθερες απόψεις τους, μπήκε στο
στόχαστρο των υπερσυντηρητικών της Τήνου, που τους καθοδηγούσε από την
Αθήνα, ο Νικόλαος Λούβαρης, ένθερμος θιασώτης του Χίτλερ!
Ο Λούβαρης σπουδαγμένος στην Γερμανία, με τη βοήθεια της Λούλας Μεταξά,
κέρδισε μια θέση υπουργού Παιδείας, στην πρώτη κυβέρνηση του Μεταξά, από
τον Απρίλιο μέχρι το καλοκαίρι του '36.
Στη συνέχεια, αφού πήρε με «τις πλάτες του Μεταξά» την έδρα της
θρησκειολογίας στην Πάντειο, βρήκε την ευκαιρία να συγγράψει άρθρο υψηλού
περιεχομένου, για το «εκθαμβωτικόν φρόνημα των Γερμανών
εθνικοσοσιαλιστών»! (Καθημερινή 3/6/37).
Μάλιστα για να τον ευχαριστήσει περισσότερο ο Μεταξάς, τον έστειλε στο
Μόναχο το 1937, επικεφαλής 100-150 ανθρώπων των γραμμάτων, για να γίνουν
δεκτοί από τον Χίτλερ (έγγραφο Φόρεϊν Όφις 371/21150, 30/6/37).
Ο Λούβαρης, από τη θέση του πρύτανη της Παντείου, με την επιρροή που είχε
στην Τήνο, επεδίωξε να δημιουργήσει προβλήματα στην «ανοικτόμυαλη»
διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος, με στόχο να καταρρακωθεί το κύρος της
επιστασίας της. Κυκλοφορούσαν φήμες στο νησί, ότι γίνονταν διασπάθιση του
ταμείου. Μεταξύ των κατηγοριών, ήταν εκείνες που ανέφεραν ότι
ενισχύονταν οικογένειες, «που δεν είχαν ελληνοχριστιανικάς αρετάς».
(Δίνονταν βοηθήματα σε φτωχές γυναίκες, που οι άντρες τους είχαν
στιγματιστεί με το περιβόητο χαρτί των κοινωνικών φρονημάτων του Μανιαδάκη
κι ήταν άνεργοι. Μάλιστα μερικοί απ' αυτούς είχαν εκτοπιστεί).
Η γιορτή της Μεγαλόχαρης στην Τήνο, αποτέλεσε το σημείο αναφοράς για την
της εθνική ομοψυχία το '40, με τον τορπιλισμό της 'Έλλης (15 Αυγούστου).
Το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας, με την κήρυξη του πολέμου, με μια
κίνηση ευπρεπούς πατριωτισμού, εκποίησε ένα μεγάλο μέρος των κειμηλίων,
που κατείχε η εκκλησία της Μεγαλόχαρης και προσέφερε τα χρήματα στον
πατριωτικό αγώνα. (Σημ. Ο βασιλιάς Γεώργιος τότε, έκλεισε το Τατόι,
σφράγισε τα τιμαλφή και αναχώρησε για την Αίγυπτο, αφήνοντας ανέπαφη την
κινητή περιουσία του, που στις μέρες μας εκποίησε στους «Σόθμπις» ο
Κωνσταντίνος).
Η ασθένεια του Μεταξά, κι η ραγδαία επιδείνωση της υγείας του, οδήγησαν τη
Λούλα Μεταξά, στη απόφαση να μεταφερθεί η εικόνα της Μεγαλόχαρης στην
Αθήνα. Όμως το πλοίο δεν πρόφτασε να παραλάβει την εικόνα, γιατί πρόλαβε
τον πρωθυπουργό ο θάνατος (29 Ιανουαρίου 1941).
Κατά τη διάρκεια της κατοχής, το Ίδρυμα του Ευαγγελισμού της Τήνου,
πρόσφερε στις περιορισμένες δυνατότητες που είχε, τροφές και ρουχισμό σε
λιμοκτονούντες. (Σημ. ο περιβόητος Νικόλαος Λούβαρης, που ήταν ο ιθύνον
νους, της τηνιακής παροικίας των Αθηνών, έγινε από το 1943, μέχρι την
απελευθέρωση της Ελλάδας 12 Οκτωβρίου 1944, υπουργός Παιδείας στην
κυβέρνηση του δοσίλογου Ιωάννη Ράλλη. Μετά τον πόλεμο καταδικάστηκε, αλλά
ανεστάλη η ποινή του. Για να τιμηθεί το όλο συγγραφικό και εθνικό (!) έργο
του, τον ανακήρυξαν Ακαδημαϊκό).
Οι πατριωτικές μέρες των διοικούντων του Ιερού Ιδρύματος, άλλαξαν άρδην με
την απελευθέρωση. Η μεταπολεμική εμφύλια πολιτική διαμάχη που είχε πέσει
τότε στην Ελλάδα, παρέσυρε και τους επικεφαλής του Ιδρύματος του
Ευαγγελισμού της Τήνου, σ' ένα σκληρό αντικομμουνιστικό ντελίριο. Ακόμα
και ο πρώην βουλευτής των Φιλελευθέρων Κ. Αλαβάνος, εντάχθηκε με τους
συντηρητικούς (Κόμμα Εθνικοφρόνων) και στήριξε την επιστροφή του βασιλιά!
(Κάποτε ωρύονταν εναντίον του).
Στα δύσκολα χρόνια 1945-1949, δεν ήταν λίγες οι φορές, που οι
«πολιτικάντηδες της Παναγίας», σε πύρινους λόγους τους, καταδίκασαν τους
αριστερούς, ως εχθρούς της πατρίδας και του Θεού, «που θέλουν να
γκρεμίσουν τις εκκλησίες, όπως έκαναν στη Ρωσία» (πλήρης η αρθρογραφία
στις αθηναϊκές εφημερίδες της εποχής εκείνης. Στο νησί, ο «Κήρυξ της
Τήνου»). Αυτό φυσικά, ήταν κατάστηθη μαχαιριά, για τους αδαείς και
φοβισμένους ντηνιακούς, που μάθαιναν τις παραποιημένες ειδήσεις από το
κρατικό ραδιόφωνο, τον έντυπο τύπο και από τις συζητήσεις του καφενέ.
Πολλοί αριστεροί, χωρίς επιλήψιμη δράση, αναγκάστηκαν να φύγουν «νύχτα»
από το νησί, για να μην συλληφθούν από τους πρώην συνεργούς των δυνάμεων
κατοχής, που μετά τον πόλεμο, είχαν γίνει υπέρ-πατριώτες,
υπέρ-θρησκευόμενοι και κυνηγούσαν «τα μιάσματα» της Τήνου. Ήταν αρκετές οι
περιπτώσεις, που φανατισμένοι παπάδες, έδωσαν στην αστυνομία στοιχεία για
την κατάδοση αριστερών, χρησιμοποιώντας κατά αισχρό τρόπο ως πειστήρια, τα
λόγια της ανυποψίαστης πιστής που τους εξομολογείτο, για το τι είχε δει,
τι είχε ακούσει και τι γίνονταν στο σπίτι της. (Ακόμα και στο χωριό των
δημοκρατικών πεποιθήσεων τον Πύργο της Τήνου, ο νεαρός τότε
παπα-Δημητράκης Μαυρομαράς, καταγγέλθηκε για τέτοιες πράξεις. Το
σωφρονισμό των αντιφρονούντων, τον είχε αναλάβει ο «κέρβερος» χωροφύλακας
Λεβέντης με τον βούρδουλα και με μια αλυσίδα, που την κτύπαγε στις πλάτες
των συλληφθέντων. Που έκανε να «ραγίσουν» κι οι τοίχοι του αστυνομικού
σταθμού, από τα βασανιστήρια)!
Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, στον απολογισμό των πράξεων του Ιερού
Ιδρύματος του Ευαγγελισμού, θα πρέπει να μνημονεύσουμε, ότι από χρήματα
που διέθεσαν, οργανώθηκε στη Χώρα της Τήνου παιδικός σταθμός, που
συγκέντρωσε παιδιά από ανταρτόπληκτες περιοχές, παρέχοντάς τους, τις
δύσκολες μέρες της εποχής εκείνης, διαμονή, τροφή κι εκπαίδευση.
Στο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου του 1950, ο πρωθυπουργός Πλαστήρας
δίνει από την Τήνο, το μήνυμα της συμφιλίωσης, ότι θα σταματήσουν οι
εκτελέσεις των κομουνιστών, στην μετεμφυλιακή Ελλάδα (ζητούσε τη διακοπή
της θανατικής καταδίκης και τη μετατροπή της ποινής σε ισόβια). Σ'
απάντηση αυτού, ο μητροπολίτης Σύρου-Τήνου Φιλάρετος, διακηρύσσει την
αντίθεσή του, στις πράξεις επιείκειας. «Η παροχή συγνώμης» είπε, «δεν
δίνεται από την Εκκλησία σε οργανωμένα σύνολα, όπως οι κομουνιστές, αλλά
μόνο ατομικώς σε παραπλανηθέντα και αληθώς μετανοημένα άτομα». (Εφημ.
«Ελευθερία» 17/8/1950). Αμέσως μετά ξεσπά κυβερνητική κρίση. Ο Σοφοκλής
Βενιζέλος, που στήριζε την κυβέρνηση Πλαστήρα, κατηγορεί τον πρωθυπουργό
για ενδοτισμό στους κομουνιστές, αποσύρει την ψήφο εμπιστοσύνης και
προκηρύσσονται εκλογές.
Για να ισορροπήσω τις εντυπώσεις, και να είμαι ιστορικά τίμιος, πρέπει να
επισημάνω, ότι μετά την ταραγμένη περίοδο της δεκαετίας του '40, η
«μονόφθαλμη πολιτική» του «Πανελλήνιου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας
Τήνου» (ΠΙΙΕΤ) στη δεκαετία του 1950- ΄60, γίνεται πιο μετριοπαθής. Οι
υποτροφίες που δίνει για τις σπουδές των ντηνιακών παιδιών, δεν πάνε
μονόπλευρα, μόνο στους υπέρ-εθνικόφρονες. Όσοι είχαν μέσο τον βουλευτή των
Φιλελευθέρων και της μετέπειτα Ένωσης Κέντρου, Νίκο Αλαβάνο,
συγκαταλέγονται στους ευνοημένους υποτρόφους (ο Πάμφιλος Αλαβάνος, από το
1964-1973, ήταν πρόεδρος του ΠΙΙΕΤ). Μια λαμπρή σελίδα που πρέπει να
μνημονευτεί, ήταν η αμέριστη αρωγή που πρόσφερε (και προσφέρει ακόμη), για
τη συντήρηση και λειτουργία από το 1955, της Σχολής Καλών Τεχνών του
Πύργου. Ακόμη έδωσε την οικονομική της συνδρομή για τον εξωραϊσμό κι
ανάπλαση έργων στην Τήνο (γηροκομείο, λιμάνι, υδροδότηση, Ιερατικό Λύκειο
κλπ).
Το 1970, είναι χρονιά σταθμός για την ιστορία του Ιερού Ιδρύματος του
Ευαγγελισμού Τήνου. Με νόμο του κράτους και απόφαση της Ιεράς Συνόδου, που
εποπτεύει ο ντηνιακός αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, η Εκκλησία της Ελλάδας
παίρνει τον πρώτο λόγο για την εκλογή της διοίκησης του εν λόγω Ιδρύματος.
Έτσι σταμάτησε η μακρόχρονη διαμάχη μεταξύ κληρικών- λαϊκών, ντηνιακών της
ενδοχώρας του νησιού και χωραϊτών, κράτους και τοπικής αυτοδιοίκησης, για
το ποιος δικαιούται να έχει συμμετοχή και άποψη για τον κορβανά της
εκκλησίας της Μεγαλόχαρης (από το 1834- 1969, η διοίκηση διορίζονταν από
την κυβέρνηση).

Στα νεότερα χρόνια, από την Τήνο έγινε το σημείο «επαναφοράς» του
«παραστρατημένου» Ανδρέα Παπανδρέου, που ήθελε στην αρχή της διακυβέρνησής
του (1983-87), να δεσμεύσει την εκκλησιαστική περιουσία. Την 25η Μαρτίου
του 1988, ο Άκης Τσοχατζόπουλος, από το «βήμα» της εκκλησίας του
Ευαγγελισμού, δηλώνει «έμμεση υπακοή» στους αρχιερείς, που «έπνεαν τα
μένεα», εις βάρος της (τότε) κυβέρνησης. Για να τους την «σπάσει» ο
Παπανδρέου, δεν πάει όπως προβλέπονταν τον Δεκαπενταύγουστο στην Τήνο,
άλλα προτιμά να τιμήσει τη «Γιορτή των Ενόπλων Δυνάμεων», στην Παναγία του
Σουμελά στο Βέρμιο. Ένιωθε, ότι οι Πόντιοι, ήταν πιο κοντά του κομματικά,
από τους δεξιούς ντηνιακούς.
Το ιερατικό και πολιτικό κατεστημένο της Τήνου αντέδρασε, όχι κυρίως για
την επιλογή του Παπανδρέου, αλλά γιατί δεν ήθελαν να δημιουργηθεί ένα
ακόμη, φημισμένο και ανταγωνιστικό, πανελλήνιο θρησκευτικό κέντρο!
Ο Κων. Καραμανλής το 1989, αντιλαμβάνεται την κίνηση του Παπανδρέου και
για να του την «βγει» (τον είχε «κρεμάσει» ο Αντρέας και δεν τον είχε
εκλέξει πρόεδρο για δεύτερη θητεία), πάει ως ιδιώτης προσκυνητής, τον
Δεκαπενταύγουστο στην Τήνο! Στο νησί οι δεξιοί πανηγυρίζουν, απ' αυτήν την
προτίμηση. Οι πασοκτζήδες, ψάχνουν να βρουν άλλοθι, που τελικώς τους το
προσφέρει η νεαρή συνοδός του Ανδρέα. Γιατί η Δήμητρα Λιάνη, έθεσε σε
προτεραιότητα το τάμα της στην Τήνο (1990), για τη σωτήρια επέμβαση του
Γιακούμπ στον Παπανδρέου. Στη συνέχεια έχουμε την μεγάλη επιστροφή του
(εγχειρισμένου-φοβισμένου) Ανδρέα 1991-92 στο νησί, για ν' ανασηκώσει την
«καρδάρα», που κάποτε κλότσησε!
Στη δεκαετία του '90, με πρωτοβουλία του σημερινού μητροπολίτη Φθιώτιδας
Νικόλαου ( Ν. Ι. Πρωτοπαπάς, τήνιος στην καταγωγή), κτίζεται έξω από τα
Υστέρνια της Τήνου, ο ναός της Β' Εύρεσης της Θαυματουργού Εικόνας της
Παναγίας. Άλλη μια ένδειξη πρωτοφανούς ναομανείας, που κατέχει τους
ντηνιακούς (εκατομμύρια στοίχισε η νέα εκκλησία και το τεράστιο
καμπαναναριό). Στο σημείο αυτό, που ανεγέρθηκε η μεγάλων διαστάσεων
εκκλησία (αταίριαστη με το περιβάλλοντα χώρο), υπήρχε ένα μικρό
προσκυνητάρι (ένας σταυρός κι ένα καντήλι). Ήταν το μέρος, που είχε θάψει
την εικόνα του Ευαγγελισμού της Τήνου, ένας κακομοίρης, που νόμιζε ότι
αρπάζοντας την χρυσοστόλιστη εικόνα, θα του 'βγαινε σε καλή τύχη. (Το
βράδυ της 15ης Δεκεμβρίου του 1842, κρυμμένος μέσα στην εκκλησία, πήρε την
εικόνα και κατέφυγε σ' ένα χωράφι έξω από τα Υστέρνια. Πήρε τα τιμαλφή από
την εικόνα κι έφυγε με κατεύθυνση το Στενό Τήνου- Άνδρου, για να διαφύγει
από το νησί. Όμως ήδη τον είχαν αντιληφθεί, τον είχαν πάρει κατόπι κι
όταν κόντευαν να το συλλάβουν, πήγε και μπήκε στο «πηγάδι του Μανόλη» στο
Μαρλά. Εκεί τον πιάσανε). Η επονομαζόμενη «δεύτερη εύρεση τα εικόνας της
Παναγίας», γιορτάζονταν από τότε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Έκτοτε
ατόνησε η γιορτή, μέχρι που το 1973, μια ομάδα Υστερνιωτών, με τη συνδρομή
χωραϊτών, αποφάσισε να φτιάξει εκκλησία. (Η χουντική τοπική αυτοδιοίκηση,
είχε πάρει φόρα και θάρρος από το υποσχόμενο «τάμα του Παπαδόπουλου».
Έπρεπε κι Έξω Μεριά της Τήνου, να πάρει μερτικό από την μεγάλη διαχρονική
ιστορία της Μεγαλόχαρης).
Μ' αυτά τα συμβάντα και με πολλά άλλα μικρότερης σημασίας, μέστωσε στο
διάβα των χρόνων το θέσφατο μήνυμα της θαυματουργού εικόνας της Παναγίας,
παρηγορήτρας κάθε κατατρεγμένου.
Φτωχοί κι ανήμποροι. Πρωθυπουργοί και μεγαλόσχημοι επώνυμοι επισκέπτες.
Προβεβλημένοι αθλητές και κάθε λογής διασημότητες, διάβηκαν τα σκαλιά της
εκκλησίας, για να προσκυνήσουν στην Χάρη της. Στο εικόνισμα της Παναγίας,
ακούμπησε η Ελλάδα την ελπίδα της. Ακόμη κι οι βασιλιάδες της.
Η «θαυματουργή εικόνα», δυο φορές κουνήθηκε από τη θέση της, για να δώσει
δύναμη στους μεγάλους προστάτες της. Τη μια πήγε στο Τατόι κι έσωσε τον
Κωνσταντίνο το Β' (1915) από πνευμονία και τη δεύτερη, δεν μπόρεσε να
κάνει τίποτε στην Αθήνα, για να σώσει τον Παύλο (1964) από τον καρκίνο.
Για πολλά χρόνια, Τήνος σήμαινε για τους περισσότερους Έλληνες, μόνο
Εκκλησία. Για τους χωραΐτες, η Ευαγγελίστρια, ήταν και είναι, το μεγάλο
τους κεφάλαιο. Η οικονομία της πόλης της Τήνου, στηρίζεται αποκλειστικά
στους προσκυνητές. (Που και που, «εμφανίζεται» κάποιο θαύμα, για να
τονωθεί η προσέλκυση των πιστών). «Η δακρύζουσα Παρθένος», η «λύτρωση
αναξιοπαθούντων πιστών», η «έλευση της Θείας Δίκης, για τ' άδικα του
κόσμου τούτου», «τα λογής λογής οράματα των πιστών», κτίζουν τις υπερβολές
των υπέρ-θρησκευόμενων, που σε κάθε ευκαιρία, ανασύρουν ύμνους και λόγια
ψαλτικά, για να στολίσουν το όλο μεταφυσικό οικοδόμημα, γύρω από την
αμέριστη φιλευσπλαχνία της Θεοτόκου. Ονοματίστηκαν θαύματα, καταγράφηκαν
σε φυλλαδιάκια που μοιράζονται στους προσκυνητές, για να μάθουν και να
διαδώσουν τα θεραπευτικά νέα. Ακόμα κι ο μουσουλμάνος πιστός, που έγινε
καλά «επιστρατεύτηκε», για να δειχθεί πόση αίγλη έχει η εικόνα της Τήνου
και στους αλλόθρησκους!
Όλα όμως αυτά τα «κόλπα», φέρνουν γκρίνια στους ντηνιακούς της ενδοχώρας
του νησιού. Δεν αντέχουν να βλέπουν τις ορδές των προσκυνητών να πηγαίνουν
από τα βαπόρια στην εκκλησία και να μην παίρνουν όλοι αυτοί μια «μυρωδιά»,
για το τι υπάρχει στο υπόλοιπο νησί. Ο θρησκευτικός τουρισμός, άργησε ν'
ανακαλύψει την Τήνο, με τον μεγάλο πολιτισμό, με τα θαυμαστά χωριά και τα
χειροποίητα κομψοτεχνήματα του ανθρώπινου μόχθου. Τα τελευταία χρόνια όμως
φαίνεται, ότι το όλο σκηνικό αρχίζει ν' αλλάζει.
Η Τήνος, επενδύει και στον πολιτισμό, το καλό «χαρτί» της, μέσα στην
ομήγυρη των Κυκλαδονήσων. Οι νεοφερμένοι «ξένοι» καλοκαιρινοί κάτοικοι του
νησιού, με τις πολιτιστικές πρωτοβουλίες τους, συμπαρασύρουν το ντόπιο
κατεστημένο, ν' ανοίξει τα «μυαλά του», να δει με άλλο μάτι το σύγχρονο
τουριστικό πνεύμα, που εκτός από ήλιο και θάλασσα, ζητάει ποιοτικές
προτάσεις ζωής. Έτσι οι ντηνιακοί «ξεσκονίζουν» τα ξεχασμένα και
παραμελημένα, καλά κειμήλια της μακρόχρονης ιστορίας των χωριών τους. Σ'
αυτή την καινοτόμα μεγάλη στροφή, δειλά δειλά, στρέφει τα μάτια της και η
διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας Τήνου. Πολλές εκδηλώσεις
και εξωραϊστικές προτάσεις στο νησί τις χρηματοδοτεί.
Η «καμαρίλα της συντήρησης», η «μπόχα», που χαρακτήριζε γενιές και γενιές
διοικητικών παραγόντων στο νησί για 180 χρόνια, επιτέλους ανοίγει τα
«παντζούρια», για να μπει καθαρός αέρας!

Υστερόγραφο: Η όλη ιστορία της Παναγίας της Τήνου, δεν είναι η μοναδική
μυθοπλασία, που έφτιαξε ένα έθνος, για να συντηρηθούν θρησκευτικές και
πολιτικές σκοπιμότητες. Τα ίδια που συναντάμε στην ορθόδοξη Εκκλησία, με
όλες τις αρετές και τις παρασπονδίες της, συμβαίνουν και στους καθολικούς.
Το εκκλησιαστικό ιερατείο, σε Δύση κι Ανατολή, χρησιμοποίησε τη θρησκεία
και την εικονολαγνεία, για να προβάλει τις απόψεις του, για να συγκαλύψει
γεγονότα, για να παραποιήσεις καταστάσεις.
Ένα τρανό παράδειγμα ήταν η περίπτωση του θαύματος της «Αγίας Ακάνθης»,
που έγινε στην Γαλλία το 1656. Τότε λοιπόν η Μαργαρίτα Περιέ, που είχε
πρόβλημα όρασης, μόλις της έβαλαν στο κεφάλι το «ακάνθινο στεφάνι» του
Ιησού Χριστού, είπαν ότι έγινε καλά. Η απάτη αποκαλύφτηκε αργότερα. (Το
θεϊκό στεφάνι, είχαν φέρει από την Ιερουσαλήμ οι Σταυροφόροι, και
φυλάσσονταν στο μοναστήρι του Πόρ Ρουαγιάλ). Ο φιλόσοφος Πασχάλ, μετά απ'
αυτό το περιστατικό έγραψε: «Δεν είναι χλευαστής της θρησκείας κάποιος,
που τονίζει τις αυθαιρεσίες και τις παραδοξολογίες των παπάδων». Τα
παραδείγματα των εκκλησιαστικών υπερβολών στην ιστορία είναι πολλά. Για
όλα αυτά τα «θαυματουργά» φετίχ του χριστιανισμού, ο Ροΐδης, αναφέρει
στην «Πάππισα Ιωάννα»:
«Αγαπάς αναγνώστα μου , τον γενναίο οίνον της πίστεως, ως ονόμαζε τη
θρησκεία ο σοφός Αλβίνος; Αν το όντι τον αγαπάς, μισείς βεβαίως τους
ασυνειδήτους, κείνους κάπηλους οίτινες νοθεύουσι το θείον τούτο ποτόν,
αναμιγνύοντας ύδωρ, βαφάς ή δηλητήρια και αντί θείου νέκταρος ανούσιο ή
ναυτιώδες ποτόν, προσφέροντας εις τα διψώντα χείλη σου».
Η ιστορία με τις αλλεπάλληλες εμφανίσεις της Παναγίας και μερικών άλλων
αγίων, πήρε έντονη πολιτική χροιά κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής
Επανάστασης. Στη Ρωσία, στην Ελλάδα, στην Πολωνία, στην Ιταλία, με σειρά
οραμάτων, η μητέρα του Χριστού, «εθλίβετο σφόδρα» για τις επαίσχυντες
πράξεις των μπολσεβίκων. «Ταγμένη» στο πλευρό των αντικομουνιστών και του
τσάρου, αγωνίζονταν για την καταστροφή των Σοβιέτ, «για την επιστροφή του
χριστιανισμού, στην ψυχή των παραστρατημένων μουζίκων» (σημειώσεις και
σχόλια του πανεπιστημιακού Ν. Ι. Λούβαρη).
Το 1917, η Άμωμος Καρδιά της Παναγίας, εμφανίστηκε μπροστά σε τρία παιδιά
στο χωριό Φατιμά της Πορτογαλίας και ζήτησε από τους πιστούς να
προσευχηθούν για τους θρησκευόμενους Ρώσους, που υπέφεραν από τους άθεους
κομουνιστές. Τα ίδια διαδραματίστηκαν και στον Ισπανικό Εμφύλιο, που η
Θεοτόκος με αλλεπάλληλα θαύματα κι εμφανίσεις ήταν πάντα με το πλευρό του
φασίστα Φράνκο, που μάχονταν τους άθεους της δημοκρατικής κυβέρνησης!
Στον ελληνικό αγώνα του 1940, στα αλβανικά βουνά, η Παναγία γίνεται η
ηθική «αρχιστράτηγος» των φαντάρων μας, για να τιμωρήσουν και να νικήσουν,
τον φασίστα Ιταλό εισβολέα. Στον εμφύλιο η Παναγιά, στο πλευρό των
εθνικοφρόνων δυνάμεων (του βασιλιά), τους καθοδηγεί προς τη νίκη, για να
ξεριζώσουν από την χώρα τους «ξενόφερτους κομουνιστοσυμμορίτας» ( Κωνστ.
Τσάτσος «Έθνος και Κομουνισμός» στην Ακαδημία Αθηνών 1952).
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι η Παναγιά, με τα πεντακόσια ονόματα, που της
έδωσε ο λαός μας, δεν είναι απλώς η πανάχραντος αγία, μητέρα του Χριστού
(αγαπάτε αλλήλους), δεν είναι μόνο η συμπονετική μητέρα κάθε
κατατρεγμένου, αλλά έχει και το ρόλο της προστάτιδας των Ενόπλων Δυνάμεων!
H σχέση της πολιτικής με την Παναγία, έχει μια μακραίωνη παράδοση. Από τον
καιρό των πολιορκιών της Κωνσταντινούπολης από τους Αβάρους, που
γυρόφερναν το εικόνισμα της Παρθένου Μαρίας στα κάστρα κι έψελναν το «Τη
Υπερμάχω Στρατηγό», μέχρι την εικόνα του «Άξιον Εστί», που την έφεραν με
περίλαμπρη συνοδεία από τις Καρυές του Αγίου Όρους στην Αθήνα, για να
δείξει ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος (το 1999), τη λαοθάλασσα τον πιστών
που τον στήριζε (για το Χριστιανός Ορθόδοξος στις ταυτότητες), έχουν
μεσολαβήσει πάμπολλα επεισόδια θρησκευτικής προπαγάνδας. (Επικοινωνιακά
μέσα, τα λένε σήμερα οι αναλυτές της κοινής γνώμης).
Και φυσικά, όλα τούτα τα πολιτικάντικα επικοινωνιακά σύμβολα, δεν
εφαρμόζονται μόνο εδώ.
Ο Λεχ Βαλέσα, ως συνδικαλιστής ηλεκτρολόγος της «Αλληλεγγύης», όταν πάλευε
να διώξει τους κομουνιστές στην Πολωνία το 1980, είχε καρφιτσωμένη στο
πέτο του την Μαύρη Μαντόνα της Τσεστόχοβα (η πιο γνωστή Παναγία της
πατρίδας του). Όταν αργότερα, ως πρόεδρος της πολωνικής δημοκρατίας,
βουτηγμένος στα σκάνδαλα και στη διαφθορά διέταζε με βία την καταστολή των
εργατικών διαδηλώσεων, κατηγορούσε τους πρώην συντρόφους του ως άθεους και
το λαό που τον στήριξε, αχάριστο!
Οι Σέρβοι εθνικιστές «Τίγρεις» του περιβόητου Αρκάν, πολεμώντας τους
ετερόδοξους καθολικούς Κροάτες, αλλά και τους μωαμεθανούς Βόσνιους, είχαν
στο αμπέχονο τους την Παναγία, με τον «σέρβικο σταυρό», που τους τον
προμήθευαν παθιασμένοι παπάδες.
Οι Κροάτες εθνικιστές, «ξυπνούν» από τα οράματα της Παναγίας του
Μεντιούγκοριε, για να πολεμήσουν για την απελευθέρωση του τόπου τους, από
τους μισητούς Σέρβους.
Ο εκλιπών ποντίφικας Ιωάννης-Παύλος ο Β', ιερουργεί για την Παναγία του
Σκούταρι (την προστάτιδα της Αλβανίας) και ζητάει από την Θεοτόκο, την
απελευθέρωση του Κοσσόβου, τη δημιουργία της Μεγάλης Αλβανίας!
Στη Λατινική Αμερική, οι κόντρας στη Νικαράγουα κι οι παραστρατιωτικοί στη
Γουατεμάλα και στο Σαλβαδόρ, για να πάρουν με το μέρος τους, τους
καθολικούς αγρότες, φορούσαν μενταγιόν της Παρθένου Μαρίας της
Γουαδελούπης κι έκαναν τατουάζ την εικόνα της (η αγαπητή Παναγία της
κεντρικής Αμερικής). Στο όνομα αυτής πολεμούσαν. Για όλες τις βίαιες
υπερβολές τους (βιασμούς, εξαφανίσεις, ομαδικές δολοφονίες κλπ.), είχαν
άφεση αμαρτιών από τους παπάδες που τους υποστήριζαν!
Οι εργάτες στις μινιέρες της Χιλής, και στα μεταλλεία της Βολιβίας,
ζωγραφίζουν σε πέτρες την Μαρία Παρθένο των Εργατών (Santa Maria de los
Obreros) και φυλάνε την μεγάλη πέτρα για να τους σκεπάσει τον τάφο τους
(!), αν τυχόν σκοτωθούν κατά τη διάρκεια της εξοντωτικής εργασίας τους.
Στην Οαχάκα του Μεξικού, οι επαναστάτες αγρότες κι εργάτες, σηκώνουν στα
οδοφράγματα, την εικόνα της Παναγίας, για ν' αντιμετωπίσουν την επίθεση
με τα δακρυγόνα των μιλιταριστικών σωμάτων της κεντρικής κυβέρνησης, που
μήνες τώρα προσπαθούν να τους διαλύσουν. «Χτυπάτε εμάς, αλλά χτυπάτε και
την Παναγία, την μητέρα μας και μητέρα σας», γράφει ένα από τα πλακάτ
τους!
ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΕΛΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.